Κράτος και Εκκλησία

Αλέξης Τσίπρας - αρχιεπίσκοπος ΙερώνυμοςEUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ


Σχέσεις κράτους-εκκλησίας: μια παλιά και πολύ πονεμένη ιστορία.
Οποτε το θέμα έρχεται με διάφορες αφορμές στο προσκήνιο, τα πνεύματα οξύνονται, η δημόσια συζήτηση εκτρέπεται, τα κόμματα διχάζονται, η κοινωνία πολώνεται και οι ιεράρχες μετατρέπονται σε κομματάρχες.
Τα τελευταία χρόνια δύο φορές η κατάσταση ανάμεσα στην πολιτεία και την εκκλησία έφτασε στα άκρα.
Στην πρώτη η ιεραρχία κατατρόπωσε την εκλεγμένη κυβέρνηση, στη δεύτερη η έκβαση ήταν τελείως διαφορετική.
Την περίοδο 1985-87, με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στα ντουζένια της και τον κόσμο της παράταξης σε κατάσταση ευφορίας, επιχειρήθηκε μια οργανωμένη προσπάθεια για να ρυθμιστεί το θέμα της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής περιουσίας.
Ακανθώδες από τη φύση του λόγω της οικονομικής διάστασης, η οποία είναι πάντα κρίσιμη για τους ιεράρχες, παρά τα όσα έχει διδάξει ο ιδρυτής της θρησκείας τους.
Συγκροτήθηκε μια επιτροπή διαλόγου στην οποία συμμετείχαν από την πλευρά της κυβέρνησης ο τότε υπουργός Παιδείας Αντ. Τρίτσης και από την πλευρά της Εκκλησίας ο μητροπολίτης Ανθιμος (τότε Αλεξανδρούπολης) και ο μητροπολίτης Χριστόδουλος (τότε Δημητριάδος).
Οι διαφωνίες ήταν πολλές και μεγάλες. Ο Αντ. Τρίτσης είπε στους μητροπολίτες ότι «δεν εξαρτάται η νομοθετική ευθύνη της κυβέρνησης από την έγκριση της εκκλησίας».
Ο Χριστόδουλος τον εγκάλεσε για «άκρατη πολιτειολογία». Η επιτροπή δεν κατέληξε πουθενά.
Η κυβέρνηση όμως κατέθεσε το νομοσχέδιο στη Βουλή, το οποίο ψηφίστηκε από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ και του ΚΚΕ Εσωτερικού - το αφήγημα περί συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων δεν είχε την αίγλη του παρελθόντος, αλλά ακόμη λειτουργούσε, τουλάχιστον στο επίπεδο των ψηφοφόρων.
Η Νέα Δημοκρατία αποχώρησε από τη Βουλή. Το νομοσχέδιο έγινε νόμος του κράτους, ο οποίος δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Γιατί;
Ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο τότε αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, που είχαν μείνει έξω από την αντιπαράθεση (τυχαία;), αποφάσισαν να το παγώσουν για να μη συνεχιστεί η ένταση.
Το θύμα αυτής της υπόθεσης ήταν ο Αντ. Τρίτσης.
Ο αρχηγός του και πρωθυπουργός εκτίμησε ότι δεν συνέφερε το κόμμα η συντήρηση της αντιπαράθεσης με την Εκκλησία, προφανώς γιατί η διεισδυτικότητά της στο «πράσινο» ακροατήριο ήταν (και παραμένει) μεγάλη και δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα πιο δημοφιλή στελέχη του για να μη χαλάσει την καρδιά του Σεραφείμ.
Η δεύτερη μεγάλη σύγκρουση προέκυψε από μια ασήμαντη αφορμή.
Η κυβέρνηση Σημίτη, εναρμονιζόμενη με τα ισχύοντα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αποφάσισε ότι στις αστυνομικές ταυτότητες δεν ήταν απαραίτητο να αναγράφεται το θρήσκευμα. Χαμός.
Η ιεραρχία ξεσηκώθηκε, οργάνωσε συλλαλητήρια, ζήτησε δημοψήφισμα, ο Χριστόδουλος βροντοφώναξε «καλύτερα τουρκικό φέσι παρά παπική τιάρα», δεσπότες καταράστηκαν τον Σημίτη, παραεκκλησιαστικοί κύκλοι, η λούμπεν δημοσιογραφία και ο υπόκοσμος της πολιτικής τον κατηγόρησαν για πράκτορα των Εβραίων, η Νέα Δημοκρατία στήριξε αναφανδόν την ηγεσία της Εκκλησίας -ο μετέπειτα πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής υπέγραψε υπέρ του δημοψηφίσματος-, πολλοί κορυφαίοι παράγοντες του συντηρητισμού, ο ιδιωτικός βίος των οποίων απείχε έτη φωτός από τις δημόσιες τοποθετήσεις τους, ανταποκρίθηκαν ασμένως στο κάλεσμα του αρχιεπισκόπου, το μισό ΠΑΣΟΚ ήταν αντίθετο και πολλά πρωτοκλασάτα στελέχη του συμβούλευαν τον τότε πρωθυπουργό να βάλει νερό στο κρασί του, ενώ κάποια εξ αυτών ήταν σε μυστικές επαφές με τον Χριστόδουλο.
Ο Σημίτης δεν υποχώρησε και τελικώς ο ορθολογισμός νίκησε τον σκοταδισμό.
Γιατί τα θυμηθήκαμε όλα αυτά; Γιατί, αν η κυβέρνηση επιμείνει στο θέμα του χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας, πρέπει να περιμένει ανάλογου ύφους επιθέσεις.
Μπορεί σήμερα στην κορυφή της ιεραρχίας να βρίσκεται ένας ιερωμένος που ο δημόσιος λόγος του δεν έχει καμία σχέση με τον δημόσιο λόγο του προκατόχου του, ωστόσο δεν είναι λίγοι οι δεσπότες που θα αντιδράσουν δυναμικά και καθόλου χριστιανικά.
Γι’ αυτούς η ουδετερότητα του κράτους είναι έγκλημα καθοσιώσεως.
Οργίζονται όταν ακούνε ότι θα απαλειφθεί από το Σύνταγμα η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία και η ερμηνεία που δίνουν στο αγαπητικό μήνυμα της Ορθοδοξίας είναι πολύ στενή, τόσο στενή που χωράει μόνο τους ίδιους και όσους συμφωνούν μαζί τους.
Οι υπόλοιποι είναι αιρετικοί.
Ποια στάση θα κρατήσει η Ν.Δ.; Στις πρόχειρες προτάσεις που κατέθεσε για τη συνταγματική αναθεώρηση, το επίμαχο ζήτημα δεν περιλαμβάνεται.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι νεοφιλελεύθερος στα οικονομικά, αλλά υποστηρίζει πως είναι φιλελεύθερος στα θέματα των δικαιωμάτων.
Κανονικά πρέπει να ταχθεί υπέρ του διαχωρισμού Κράτους-Εκκλησίας.
Ομως δεν ελέγχει απολύτως το κόμμα του.
Το σύστημα Σαμαρά, με πολλές προσβάσεις στον κομματικό μηχανισμό και την κοινοβουλευτική ομάδα, έχει άλλη αντίληψη.
Το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» είναι το σημείο αναφοράς του. Για να μην ξεχνιόμαστε, εκπρόσωποί του προειδοποιούσαν τους ψηφοφόρους πριν από τις εκλογές του Γενάρη του 2015 ότι «αν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα κατεβάσει τις ιερές εικόνες από τα δημόσια κτίρια».
Ελπίζουμε η κυβέρνηση να μείνει σταθερή έως το τέλος. Πάντως στοίχημα δεν θα βάλουμε.
Ξέρουμε τη δύναμη της Εκκλησίας, ξέρουμε επίσης και την έγνοια των κομμάτων εξουσίας να μην κάνουν πράγματα που φοβούνται πως θα δυσαρεστήσουν ευρύτερα ακροατήρια.
Πηγή www.efsyn.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Στον βούρκο χωρίς αναπνευστήρα

«Ο βασιλιάς είναι γυμνός» -εντός και εκτός της χώρας. Θα επιβιώσει των εκλογών του 2020 ο Μητσοτάκης;

Συνταγή εμφυλίου στα ΑΕΙ