Οι χρήσεις της διαπλοκής

ΕUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Αν πιστέψουμε την κυβέρνηση, η διαπλοκή είναι μια θανατηφόρα ασθένεια που έχει μολύνει το σώμα της δημοκρατίας μας. Κι αν δεν κάνουμε κάτι να τη γιατρέψουμε, δεν πρόκειται να δούμε προκοπή, γιατί τα οργανωμένα συμφέροντα των ισχυρών που επιβάλλονται από τα ΜΜΕ θα εξακολουθήσουν να υποσκάπτουν το πολίτευμα διαιωνίζοντας την κρυφή αλλά απόλυτη κυριαρχία τους.
Αν όμως πιστέψουμε την αντιπολίτευση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. προσπαθεί με νύχια και με δόντια να υποκαταστήσει το ισχύον σύστημα με ένα καινούργιο, το οποίο αντί να της τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια, θα την υποστηρίζει.
Ανάμεσα στις δύο εκδοχές μάς καλούν να διαλέξουμε τα επικοινωνιακά επιτελεία των αντιπάλων, και κυρίως το κυβερνητικό, έχοντας κάνει σημαία του τη διαπλοκή. Σαν τον Μπόμπο στο γνωστό ανέκδοτο, ό,τι και να πεις σε Συριζαίο, εκεί θα πάει το μυαλό του.
Ή, όπως σχολίασε κάποιος το μήνυμα του πιλότου που πέταξε πάνω από την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου, εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι δεν είπε λέξη για τη διαπλοκή.
Στο δίλημμα ποιον να πιστέψουμε, μπορεί να δοθεί μία προφανής απάντηση την οποία έχουν έμμεσα αποκλείσει αμφότεροι οι αντίδικοι, επειδή ανατρέπει τη λογική του. Η απάντηση είναι ότι έχουν και οι δύο δίκιο!
Ναι, στο παλιό σύστημα κάποιοι έπαιζαν με τσιμπημένα ζάρια προς ίδιον όφελος, και ναι, με το καινούργιο το ίδιο προσπαθεί να κάνει και η κυβέρνηση. Τι απλούστερο;
Θα έλεγα όμως ότι το πράγμα δεν σταματάει εδώ. Γιατί η επιτυχημένη επικοινωνιακή πολιτική σε μια κοινωνία πολυφωνική δεν μας αναγκάζει να επαναλάβουμε τα άνωθεν υπαγορευμένα λόγια, αλλά μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι τα σκεφτήκαμε εμείς.
Δηλαδή, λειτουργεί αποτελεσματικά στο μέτρο που παραμένει αόρατη. Κι αυτό σημαίνει ότι εκτός από την αναδιάταξη του τηλεοπτικού τοπίου, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. περνάει έμμεσα κι ένα άλλο μήνυμα, εξοργιστικό μεν αλλά ευφυέστατο, και απείρως πιο σημαντικό: ταυτίζει την κριτική που δέχεται με τη διαπλοκή.
Ο συλλογισμός, ο οποίος ουδέποτε διατυπώνεται ρητά, έχει ως εξής: οι διαπλεκόμενοι τα βάζουν με την κυβέρνηση, εσύ τα βάζεις με την κυβέρνηση, άρα είσαι διαπλεκόμενος. Δεν θέλει πολλή σκέψη για να αντιληφθεί κανείς ότι πρόκειται για λαθροχειρία, εφόσον για να ισχύσει ο συλλογισμός, η μείζων αρχική πρόταση θα πρέπει να λέει ότι «μόνο οι διαπλεκόμενοι τα βάζουν με την κυβέρνηση».
Η λέξη όμως «μόνο» απαλείφεται, ενώ παράλληλα η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να εξηγήσει πώς γίνεται η διάκριση ανάμεσα σε διαπλεκόμενους και μη διαπλεκόμενους επικριτές του, δημιουργεί τεχνηέντως την εντύπωση ότι είναι σε τελική ανάλυση το ίδιο πράγμα. Ενισχυτικά λειτουργεί και ένα άλλο σόφισμα: μία άποψη θεωρείται λανθασμένη επειδή τη διατυπώνουν οι διαπλεκόμενοι.
Οταν, π.χ., έλεγαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πάει ξυπόλυτος στα αγκάθια, εισέπραξαν τη ρετσινιά «Γερμανοτσολιάδες», μολονότι εκείνοι που τους έβριζαν ομολόγησαν αργότερα ότι όντως είχαν αυταπάτες. Ολα αυτά σημαίνουν ότι η κυβέρνηση, παρά την ενίοτε επιδεικτική αριστεροσύνη της, καταλαμβάνει τον μεσαίο χώρο της σύνεσης και της υπευθυνότητας. Από τη μια, οι ακραίοι και δραχμολάγνοι αριστεριστές, από την άλλη οι διαπλεκόμενοι.
Φυσικά, διαπλεκόμενοι που θα ήθελαν να αποτύχει όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οποιαδήποτε αριστερή κυβέρνηση, για να διαφυλάξουν τα προνόμιά τους υπάρχουν. Οπως υπάρχουν και εκείνοι που έχουν πειστεί ότι ο δρόμος προς την ανάπτυξη περνάει μέσα από την απορρύθμιση της αγοράς, κι όποιον πάρει ο χάρος.
Το αντίθετο θα προκαλούσε έκπληξη. Επίσης ας μην ξεχνάμε ότι στην κοινοβουλευτική δημοκρατία τα εκτός εξουσίας κόμματα βάλλουν κατά της εκάστοτε κυβέρνησης για να πάρουν τη θέση της. Οποιος όμως παρακολουθεί τα της Αριστεράς, χωρίς κομματικούς πατριωτισμούς και παρωπίδες, θα έχει αντιληφθεί ότι υπάρχουν και άλλοι.
Δεν ξέρω πόσοι είναι και δεν ξέρω ποιοι είναι, εκτός από όσους συμβαίνει να γνωρίζω προσωπικά (έχοντας πάντα κατά νου ότι ο «λαός» ή ο «κόσμος» εκτείνεται πολύ πέρα από τους φίλους και τους γνωστούς μας).
Αν και σε πρώτη ματιά τα λόγια τους εκφράζουν οργή, το κυρίαρχο συναίσθημα θα έλεγα ότι είναι η απογοήτευση. Και για να μιλήσω πιο συγκεκριμένα, απογοήτευση όχι τόσο επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τήρησε τις υποσχέσεις του, αλλά επειδή τις έδωσε.
Απογοήτευση επειδή η μοιραία αναδίπλωση δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά μια σειρά από πράγματα: την παρουσία του Κώστα Ζουράρι στο υπουργείο Παιδείας, τη φαεινή ιδέα να προταθεί ο Βύρων Πολύδωρας για πρόεδρος του ΕΣΡ, την ανάδειξη του Λάκη Λαζόπουλου σε οργανικό διανοούμενο της παράταξης της οποίας ηγήθηκε κάποτε ο Ηλίας Ηλιού.
(Τα αβίαστα λάθη και όχι αυτό που αναγκαζόμαστε να δεχτούμε ή οι μεγαλόστομες διακηρύξεις αποκαλύπτουν την πραγματική ιδεολογία μας.) Απογοήτευση επειδή κάποιοι υπουργοί, που τρώμε την αριστερή σκόνη τους, μιλούν με φόντο το εικόνισμα της Παναγίας.
Απογοήτευση επειδή ο πολύ στενός κύκλος γύρω από τον πρωθυπουργό δίνει ολοένα και πιο συχνά την εντύπωση ότι υπέρτατο ζητούμενο είναι η παραμονή στην εξουσία. Και, φυσικά, οργή για την εκδρομή στο Καστελόριζο με τους χρυσαυγίτες.
Οι απογοητευμένοι δεν είναι διαπλεκόμενοι. Και θα φανεί. Γιατί αν χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτοί οι υποτιθέμενοι εχθροί του θα θεωρήσουν ότι και οι ίδιοι κατά μια έννοια ηττήθηκαν. Οσο για την πικρία τους, στον νου έρχονται οι δύο τελευταίοι στίχοι ενός σονέτου του Σέξπιρ που λέει ότι οι σαπισμένοι κρίνοι μυρίζουν χειρότερα από τα αγριόχορτα. Μη μπορώντας να τους μεταφράσω, τους παραθέτω στο πρωτότυπο:
For sweetest things turn sourest by their deeds;
Lilies that fester smell far worse than weeds.
Πηγή www.efsyn.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Στον βούρκο χωρίς αναπνευστήρα

«Ο βασιλιάς είναι γυμνός» -εντός και εκτός της χώρας. Θα επιβιώσει των εκλογών του 2020 ο Μητσοτάκης;

Συνταγή εμφυλίου στα ΑΕΙ