Σβήνοντας μία μία τις λέξεις που συγκρατούν τον κόσμο μας

Τίποτα, καμιά λέξη, καμιά εξαγγελία, καμιά υπόσχεση δεν μπορεί να πείσει πια, δεν μπορεί να σταθεί αυτούσια στην άκρη της σκηνής. Από κάτω οι θεατές πετάνε σκουπίδια, πέτρες και βρισιές, στέλνουν τη δική τους απάντηση στον θίασο που προσπαθεί κάθε φορά να επιβάλει το δικό του ψεύδος ως τη μόνη πραγματικότητα.
Το πλαίσιο, οι κανόνες, η νοικοκυροσύνη, έννοια-μήτρα του συντηρητικού λόγου, το όραμα και οι αξίες που στοίχειωσαν τον λόγο της παγκόσμιας Αριστεράς, όλα μοιάζουν ξεβρασμένα φύκια στην ακρογιαλιά, μακριά από το βλέμμα όσων περνάνε βιαστικοί και νωθροί στα πεζοδρόμια. Τίποτα δεν λειτουργεί, ακόμα και τα ξόρκια και οι μυστικές λέξεις απομαγεύτηκαν.
Η κανονικότητα δεν φέρνει πλέον και την ευημερία. Η υπακοή δεν εξασφαλίζει σπίτι στα προάστια. Αλλά και η ανατροπή δεν γίνεται το αντίθετο της υποταγής, η αντίθεση δεν παράγει και αντίδραση ικανή να αλλάξει τη ροή του χρόνου.
Στο τρίτο επεισόδιο της επιτυχημένης σειράς «The Night Of» που μιλάει για τον ζοφερό και διεφθαρμένο κόσμο της Δικαιοσύνης και της Αστυνομίας των ΗΠΑ, ο αστυνομικός που υποδέχεται τους νέους φυλακισμένους καταγράφει το θρήσκευμά τους ώστε να τους δώσει και κάρτα για το ανάλογο είδος φαγητού στη φυλακή.
Αυτή η λεπτομερής φροντίδα και έγνοια της θεσμικής εξουσίας για τα ατομικά δικαιώματα των κρατουμένων έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με όσα θα βιώσουν αμέσως μόλις περάσουν την πόρτα του κελιού τους: διαφθορά δημόσιων λειτουργών, εμπόριο ναρκωτικών, βιασμοί, δολοφονίες, φτώχεια και φόβος.
Ενας κόσμος που στέκεται από τις λεπτές κλωστές των «σωστών» λέξεων είναι εύλογο ότι θα καταπέσει κάποια στιγμή, όταν από τα θεμέλια λείπουν το περιεχόμενο, οι έννοιες και τα νοήματα που συνδέουν τους ανθρώπους με τις ζωές τους, το παρόν με το μέλλον, το είναι με τη συνείδησή του, την επιθυμία με τη δυνατότητα.
Η καθηγήτρια Φιλοσοφίας Νάνσι Φρέιζερ, μιλώντας στον Τάσο Τσακίρογλου («Εφ.Συν.», 3 Δεκεμβρίου 2016), λέει και κάτι ακόμα για τα «όχι» που πολλαπλασιάζονται στον πλανήτη: «Ο νεοφιλελευθερισμός έχει ένα προοδευτικό λούστρο, ώστε να δείχνει κοσμοπολίτικος, φεμινιστικός και πολυπολιτισμικός και με κάποιο τρόπο η ιδέα μιας πραγματικά ανεξάρτητης Αριστεράς έχει εξαφανιστεί. Οταν λοιπόν τα λαϊκίστικα κινήματα έχουν κάποιες επιτυχίες, όπως τώρα, απορρίπτουν ουσιαστικά αυτό το μόρφωμα του προοδευτικού νεοφιλελευθερισμού».
Με άλλα λόγια, δεν αρκεί να λες ότι είσαι ενάντια στον σεξισμό, τον ρατσισμό ή τις οικονομικές ανισότητες. Κάτι πρέπει να κάνεις και γι’ αυτό. Κι αν όσα κάνεις τελικά αυξάνουν τις ανισότητες και βυθίζουν τους ανθρώπους στην ανασφάλεια και την απόγνωση, τότε κανένα κέλυφος προοδευτισμού ή δημοκρατικής επίφασης δεν έχει νόημα. Ούτε αρκεί για να συγκρατήσει την αντίδραση του κόσμου, δεν αρκεί να σε σώσει, έστω από το γρατσούνισμα της φωνής των «από κάτω».
Γιατί κατά τα άλλα, εκεί ψηλά στον ουρανό της κυριαρχίας, στα γυάλινα δώματα της εξουσίας, η αλήθεια είναι ότι σπάνια φτάνουν οι φωνές της αντίδρασης.
Αλλά και πόση αξία έχουν τελικά αυτές οι φωνές; Πόσο τελικά εκδικείσαι τις επιτροπείες της Ευρωπαϊκής Ενωσης όταν ψηφίζεις ακροδεξιούς; Πόσο καλύτερος θα γίνει ο κόσμος αν στη θέση της «ορθής» Κλίντον έρθει ο «ανορθολογικός» Τραμπ; Πίσω από τη σκηνή και των δύο, η ίδια μηχανή παραγωγής πλούτου και εξουσίας δεν συνεχίζει να δουλεύει στα παρασκήνια;
Τα λέει καλύτερα ένα απόσπασμα από το βιβλίο της Μάρως Δούκας «Τα μαύρα λουστρίνια», που ανθολογεί ο «Δαίδαλος», η μεγάλη ανθολογία της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας που πρόσφερε στους αναγνώστες της η «Εφ.Συν.».
Η σπουδαία μας πεζογράφος θυμάται πάνω σε μία δική της εμπειρία, μία φράση του Μπρεχτ: «Αυτοί που είναι αντίπαλοι της βαρβαρότητας χωρίς να είναι αντίπαλοι του καπιταλισμού, μοιάζουν με ανθρώπους που θέλουν το μερτικό τους απ’ τ’ αρνί, χωρίς να σφαχτεί το αρνί. Θέλουν να φάνε το κρέας, αλλά να μη δουν τα αίματα. Αυτοί θα ικανοποιηθούν αν ο χασάπης πλύνει τα χέρια του προτού φέρει το κρέας στο τραπέζι».
Δεν μας αρκεί πια μια τέτοια ικανοποίηση. Δεν έχει νόημα, άλλωστε. Κανένα κέρδος, κανένα ψίχουλο δεν περισσεύει από το μεγάλο φαγοπότι. Πρέπει να φτάσουμε στην καρδιά του προβλήματος για να πιάσουμε ξανά το νήμα από την αρχή.
Ορθολογιστές και ανορθολογικοί, συντηρητικοί και προοδευτικοί, δρώντες και αντιδρώντες, ας παραδεχθούμε ότι τις χάσαμε τις λέξεις μας, έμειναν κουφάρια χωρίς νοήματα. Κι αν νομίζουμε ότι έχουμε ακόμα μια υποχρέωση στον εαυτό μας, ας κοιτάξουμε να ξαναβρούμε τα νοήματα. Και οι λέξεις τότε θα επανέλθουν.
Πηγή www.efsyn.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Στον βούρκο χωρίς αναπνευστήρα

«Ο βασιλιάς είναι γυμνός» -εντός και εκτός της χώρας. Θα επιβιώσει των εκλογών του 2020 ο Μητσοτάκης;

Συνταγή εμφυλίου στα ΑΕΙ