Διεθνής κατακραυγή για το ξέπλυμα του... ξεπλύματος από τη Ν.Δ.

© Michal Bednarek | Dreamstime.com


Δημήτρης Τερζής

Δημοσίευμα των Financial Times για την τροπολογία Σταϊκούρα-Τσιάρα που επιτρέπει να ξεπαγώσουν τα δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία υπόδικων επιχειρηματιών, τραπεζιτών και εφοπλιστών ● «Πόλεμος» ανακοινώσεων από ΣΥΡΙΖΑ και κυβέρνηση.

Οι Financial Times μπορεί να είναι μια εγγλέζικη οικονομική εφημερίδα, ωστόσο χθες επιφύλασσε σκοτσέζικο ντους για την ελληνική κυβέρνηση. Αφορμή στάθηκε η τροπολογία στους Ποινικούς Κώδικες που κατατέθηκε στη Βουλή προχθές το βράδυ -ψηφίστηκε από 156 βουλευτές- και αφορούσε το «ξεπάγωμα» των περιουσιακών στοιχείων κατηγορουμένων για σοβαρά εγκλήματα, μέχρι να διερευνηθεί αν αυτά αποτελούν προϊόν εγκλήματος ή όχι.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την τροπολογία, την οποία συνυπέγραψαν ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, δίνεται τρίμηνη προθεσμία στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες προκειμένου να ελέγξει τις υποθέσεις τις οποίες «τρέχει» και εν συνεχεία τίθενται στη διάθεση δικαστικού οργάνου προκειμένου να τις επικυρώσει για ένα πρόσθετο διάστημα 18 μηνών.
Αν δεν υπάρξει κρίση (δεν έχει γίνει η εκδίκαση της υπόθεσης) μετά το τέλος της χρονικής προθεσμίας, τότε θα παύει να ισχύει το «πάγωμα», με αποτέλεσμα τα χρήματα να επιστρέφουν στους ιδιοκτήτες τους χωρίς να έχει διαλευκανθεί η προέλευσή τους.
Στο πλαίσιο αυτό, το δημοσίευμα της δημοσιογράφου Kerin Hope ήταν τουλάχιστον κόλαφος για τα πεπραγμένα της ελληνικής κυβέρνησης.
«Μία τροποποίηση στον Ποινικό Κώδικα της χώρας, που έγινε δεκτή το βράδυ της Τετάρτης, δίνει τη δυνατότητα σε πολίτες που είναι ύποπτοι για απάτη και ξέπλυμα χρήματος να πάρουν πίσω τα περιουσιακά στοιχεία τους που έχουν παγώσει από τη Δικαιοσύνη, εάν δεν έχουν δικαστεί μέσα σε 18 μήνες», ανέφερε και συνέχιζε ως εξής: «Συνήθως χρειάζονται τρία έως πέντε χρόνια για μία τέτοια υπόθεση να περάσει από την προκαταρκτική έρευνα σε δικαστικές, ενώ η διαδικασία των εφέσεων μπορεί να πάρει αντίστοιχα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτή η τροποποίηση, που ανήκει σε μια γενικότερη διαδικασία αλλαγών του Ποινικού Κώδικα, αντιτίθεται στις διεθνείς πρακτικές με τις οποίες η Ελλάδα έχει συμμορφωθεί». Το κείμενο, μεταξύ άλλων, σημείωνε πως «ανάμεσα σε εκείνους που αναμένεται να ωφεληθούν από την τροποποίηση είναι αρκετοί Ελληνες εφοπλιστές, επιφανείς επιχειρηματίες και πρώην τραπεζίτες που βρίσκονται υπό έρευνα για απιστία και ξέπλυμα χρήματος. Παρά το γεγονός ότι τα περιουσιακά στοιχεία τους έχουν παγώσει από δύο έως επτά χρόνια, κανένας από τους κατηγορουμένους δεν έχει εμφανιστεί στο δικαστήριο».
Το δημοσίευμα, επικαλούμενο επίσημα στοιχεία, έκανε λόγο για περίπου 900 περιπτώσεις που ερευνώνται αυτή τη στιγμή και για «παγωμένα» ποσά που ξεπερνούν το 1 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι για το συγκεκριμένο θέμα είχε περιλάβει ερώτημα ο Αλέξης Τσίπρας στη γενικότερη ερώτησή του προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο πλαίσιο της «Ωρας του Πρωθυπουργού». Ομως φαίνεται πως θα μείνει αναπάντητο, καθώς ο πρωθυπουργός δεν αναμένεται να παραστεί στη Βουλή.

Αντιπαράθεση

Αμεση ήταν η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ στο δημοσίευμα. «Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να κρυφτεί και να μην έρθει στην “Ωρα του Πρωθυπουργού” για να απαντήσει στον Αλέξη Τσίπρα για τα δώρα σε τραπεζίτες και τις διευκολύνσεις σε όσους ερευνώνται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Ωστόσο, τα επιτεύγματά του ξεπέρασαν ήδη τα σύνορα και κοσμούν μέχρι και τους Financial Times... Σε αυτούς (σ.σ. τους ελεγχόμενους), ο κατά τα άλλα υπέρμαχος της νομιμότητας κ. Μητσοτάκης επιστρέφει με νόμο πάνω από 1 δισ. δεσμευμένα χρήματα και την ίδια ώρα δεν τολμά να πάρει θέση για την ασυλία στους τραπεζίτες και για τα θαλασσοδάνεια σε ΜΜΕ, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Ούτε φυσικά για τον περιβόητο νόμο περί ευθύνης υπουργών ώστε να μην μπορεί να παραγραφεί τυχόν αδίκημα της δωροδοκίας από υπουργούς».
Από την πλευρά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας δεν σχολίασε το δημοσίευμα, αντιθέτως επέλεξε να απαντήσει στον ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας τον για «φτηνό λαϊκισμό».
«Στην ουσία του ζητήματος, μετά τη χθεσινή τροποποίηση που επέφερε το υπουργείο Δικαιοσύνης, σε καμία παλαιά υπόθεση δεν αποδεσμεύονται αυτόματα λογαριασμοί και λοιπά περιουσιακά στοιχεία, καθώς το σχετικό Δικαστικό Συμβούλιο μπορεί, εντός τριών μηνών, να ζητήσει να παραμείνουν δεσμευμένα προκειμένου να εξετάσει την ουσία των σχετικών υποθέσεων», ανέφερε ο κ. Πέτσας, επιδεικνύοντας και την ευαισθησία της κυβέρνησης για «τους συμπολίτες μας που υφίστανται τόση ταλαιπωρία» για τους οποίους, όπως είπε, δεν ενδιαφέρεται ο κ. Τσίπρας.
«Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ξέχασε μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ να καταγγείλει για φτηνό λαϊκισμό και τους Financial Times που κάνουν τις αποκαλύψεις. Πέρα από τις γελοίες δικαιολογίες, ο κ. Πέτσας δεν είπε τίποτα για την ταμπακιέρα», ανταπάντησε η Κουμουνδούρου, συμπληρώνοντας με νόημα: «Ως “όμηρους συμπολίτες μας” από “την αργή εξέταση των υποθέσεων”, τους οποίους απελευθερώνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, εννοεί “υπόδικους τραπεζίτες, επιχειρηματίες και εφοπλιστές”, όπως καταγγέλλουν οι Financial Times ή διαψεύδει και τους FT;».
Με το δημοσίευμα ασχολήθηκε χθες και ο Αλέξης Τσίπρας από τη Φλώρινα, χαρακτηρίζοντάς το «συγκλονιστικό», τονίζοντας ότι δημιουργεί στίγμα για τη χώρα σε διεθνές επίπεδο, ενώ στοιχημάτισε ότι δεν πρόκειται να «παίξει» ως είδηση στη συντριπτική πλειονότητα των κεντρικών ΜΜΕ.
Το θέμα πάντως δεν συγκίνησε χθες κανένα από τα υπόλοιπα κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή, μιας και πλην ΣΥΡΙΖΑ κανένα άλλο δεν εξέδωσε σχετική ανακοίνωση. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, πως η κυβέρνηση έστειλε ήδη επιστολή στην εφημερίδα, με ευθύνη του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη.

1.317 υποθέσεις με δεσμεύσεις 1,2 δισ. ευρώ

Τα στοιχεία που έχουν δοθεί από την Ελλάδα στη διεθνή αρχή για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος
Το δημοσίευμα των Financial Times για τον αριθμό των υποθέσεων που απασχολούν την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες επιβεβαιώνεται από την έκθεση πεπραγμένων της ίδιας της Αρχής, η οποία είναι αναρτημένη στο ιστότοπό της.
Οι εκθέσεις πεπραγμένων σταματούν στο έτος 2016 και έκτοτε δεν υπάρχει κάποια νεότερη, γεγονός που γεννά απορία αναφορικά με το τι συνέβη τα χρόνια που ακολούθησαν και δεν υπάρχουν αντίστοιχες εκθέσεις. Είναι ακόμα πιο περίεργο το γεγονός ότι η Αρχή έχει δώσει στοιχεία για τα επόμενα χρόνια (2017 και για το α’ εξάμηνο του 2018) στη Financial Action Task Force - FATF, την αρμόδια διεθνή αρχή για τους κανόνες της αντιμετώπισης του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, η οποία και τα περιλαμβάνει στην πρόσφατη έκθεση αξιολόγησης που έκανε για την Ελλάδα (Σεπτέμβριος 2019).
Ετσι, κάνοντας μια απλή πρόσθεση, διαπιστώνει κανείς ότι αυτή τη στιγμή και για τις χρονιές από το 2014 έως το πρώτο τρίμηνο του 2018 έφτασαν στην Αρχή προς διερεύνηση συνολικά 1.317 υποθέσεις, με τα δεσμευθέντα ποσά να αγγίζουν το 1,2 δισ. ευρώ (βλ. σχετικό πίνακα). Τα στοιχεία είναι επίσης αναρτημένα στην ηλεκτρονική διεύθυνση.
Ενδιαφέρον, ωστόσο, έχει κι άλλο ένα σημείο στην αξιολόγηση που έγινε για την Ελλάδα. Ενώ σε γενικές γραμμές εκφράζεται με θετικά σχόλια για τη δουλειά που γίνεται στη χώρα μας, σε μία παράγραφο σημειώνει τα εξής: «Καθυστερήσεις στις νομικές και εφετειακές διαδικασίες εμποδίζουν την αποτελεσματική κατάσχεση στην Ελλάδα. Πολύ λίγες μη ανατρέψιμες διαταγές κατάσχεσης έχουν γίνει μέχρι τώρα, ιδιαίτερα σε σύγκριση με την αξία των περιουσιακών στοιχείων που έχουν παγώσει. Αν και από εγκληματίες έχουν αφαιρεθεί περιουσιακά στοιχεία και οι επιχειρήσεις τους έχουν διακοπεί, δεν είναι σαφές ότι τέτοιου είδους περιορισμοί είναι μόνιμου χαρακτήρα».
Με απλά λόγια, στην αξιολόγησή της η FATF εκφράζει τους σοβαρούς προβληματισμούς της, τόσο για την ταχύτητα των αρμόδιων αρχών να εξετάσουν τις υποθέσεις, όσο και για τον κίνδυνο να επιστρέψουν τα κατασχεθέντα στους κατόχους τους, κάτι που όπως φαίνεται με την τροπολογία που κατατέθηκε είναι πολύ πιθανόν πλέον να συμβεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η τροπολογία που πέρασε η κυβέρνηση της Ν.Δ. έγινε πάνω σε έναν νόμο που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ο οποίος υπακούει σε σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία που αφορά την καταπολέμηση του μαύρου χρήματος. Μετά από αυτή την εξέλιξη είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα δεν θα δουν και με τόσο καλό μάτι την κυβερνητική πρωτοβουλία.

Δύο απόψεις έγκριτων νομικών

Η «Εφ.Συν.» ζήτησε την άποψη δύο έγκριτων νομικών για την επίμαχη διάταξη και για εκείνη που αφορά την ασυλία των τραπεζικών στελεχών.

«Ολίσθημα της κυβέρνησης»

Του Θόδωρου Σχινά*
«Το πρώτο σχόλιο είναι το γεγονός ότι ένα μείζον θέμα ρυθμίζεται με μια εκπρόθεσμη τροπολογία. Θέμα που αφορά νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται με μια εκπρόθεσμη τροπολογία των υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, αυτό από μόνο του γεννά σοβαρά ερωτήματα για τη σκοπιμότητα της διάταξης η οποία χαρακτηρίζεται ως μεταβατική. Αρχικά θέτει εν αμφιβόλω όλες τις πράξεις του προέδρου της Ανεξάρτητης Αρχής για το ξέπλυμα. Δεύτερον, θέτει προθεσμία τρίμηνη προκειμένου τα δικαστικά όργανα να αποφανθούν ουσιαστικά επί της κρίσης του προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικής Δραστηριότητα. Ο συνδυασμός των δύο αυτών στοιχείων με δεδομένο ότι η νομολογία των δικαστηρίων έχει δεχθεί από το κοινό νομοθέτη σε χρόνους ενέργειας, ουσιαστικά καταργεί τον χρόνο ενέργειας, αφού δεν μπορεί να επιβληθεί χρόνος στα δικαστικά συμβούλια, και αμφισβητεί τις πράξεις του προέδρου της Αρχής για το ξέπλυμα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αρθούν όλες οι δεσμεύσεις των περιουσιακών στοιχείων. Δικαιολογημένες οι αντιδράσεις, γιατί πυροδοτεί και ουσιαστικά τον νόμο 4557/18 για το ξέπλυμα. Πρόκειται για ολίσθημα της κυβέρνησης και της πλειοψηφίας που ενέκριναν τη διάταξη αυτή για τα εγκλήματα του λευκού κολάρου.
*Δικηγόρος και πρώην αντιπρόεδρος του ΔΣΑ

«Η προθεσμία θα παρέλθει άπρακτη»

Του Κώστα Κοσμάτου*
«Στον χθεσινό νόμο που τροποποιεί διατάξεις του Ποινικού Κώδικα συμπεριλήφθηκε και η περίπτωση του εγκλήματος της απιστίας, με την οποία προβλέπεται η κατ’ έγκληση δίωξή της μόνο αν στρέφεται άμεσα κατά τραπεζικού ιδρύματος. Η διάταξη αυτή, η οποία δεν αποτελεί αποτέλεσμα έργου της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που συγκροτήθηκε για το ΣχΝ, αλλά αμιγώς πολιτική επιλογή (που εισήλθε στον νόμο ως τροπολογία του υπουργού Δικαιοσύνης), είναι απολύτως προβληματική τόσο σε νομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Ενδεικτικά σημειώνουμε τα εξής:
α) Η επιλογή αυτή αντιβαίνει την αρχή της ισότητας, καθώς παρέχει επιλεκτικά μόνο στις περιπτώσεις των τραπεζικών ιδρυμάτων το δικαίωμα της έγκλησης για το έγκλημα της απιστίας.
β) Λόγοι δημοσίου συμφέροντος, ιδίως με δεδομένο ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζικών ιδρυμάτων έχει γίνει τα τελευταία χρόνια κατ’ επανάληψη με χρήματα του Δημοσίου, επιβάλλουν τον ουσιαστικό έλεγχο των διοικούντων των τραπεζών και όχι να απόκειται στην κρίση τους η υποβολή της έγκλησης.
γ) Με την κατ’ έγκληση δίωξη της απιστίας αναφορικά με τα τραπεζικά ιδρύματα δεν παρέχεται κανένα δικαίωμα στους μειοψηφικούς μετόχους να καταγγείλουν και να διώξουν στελέχη της τράπεζας για κακοδιαχείριση.
δ) Η τροποποίηση εν τω μέσω ανοικτών ποινικών διαδικασιών, μεταξύ των οποίων και για τα «δάνεια των κομμάτων», δημιουργεί εύλογα την εντύπωση ότι παρέχεται «στοχευμένη» νομοθετική αμνηστία.
Η πάροδος της τετράμηνης προθεσμίας που ορίζει ο νέος νόμος για την υποβολή της έγκλησης, προκειμένου να συνεχιστούν οι εκκρεμείς δίκες, σίγουρα θα παρέλθει άπρακτη για το σύνολο των τραπεζικών ιδρυμάτων: εκτός και αν κανείς πιστεύει ότι θα βρεθεί διοίκηση τραπεζικού ιδρύματος που θα υποβάλει έγκληση κατά του εαυτού της ή των στελεχών της».
*Επ. καθηγητής Νομικής ΔΠΘ - δικηγόρος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Στον βούρκο χωρίς αναπνευστήρα

«Ο βασιλιάς είναι γυμνός» -εντός και εκτός της χώρας. Θα επιβιώσει των εκλογών του 2020 ο Μητσοτάκης;

Παφίλης στη Βουλή: «Ο Λασκαρίδης σας *** πατόκορφα» (βίντεο)